Σύμφωνα με τους ιστορικούς το
ζαχαροκάλαμο καλλιεργήθηκε για πρώτη φορά στην Ινδία και από εκεί μεταφέρθηκε
στην Κίνα. Η καλλιέργεια του γινόταν στους κήπους των σπιτιών. Ο χυμός του
ζαχαροκάλαμου παρέμενε σε ανοιχτά δοχεία μέχρι να εξατμιστεί το νερό και να
μείνει μία σκληρή μάζα.
Η ύπαρξη της ζάχαρης ήταν γνωστή και
στους αρχαίους Έλληνες. Ο ναύαρχος
του Μ. Αλεξάνδρου –Νήαρχος– ο οποίος
διέσχισε τον Ινδό ποταμό το 325 π.Χ την περιέγραψε σαν ένα είδος μελιού που
βγαίνει από «γλυκά καλάμια». Άλλοτε λεγόταν «ινδικό αλάτι» ή «μέλι χωρίς
μέλισσες». Ο Ηρόδοτος την έλεγε «επεξεργασμένο μέλι» και ο Πλίνιος ο
πρεσβύτερος «μέλι από καλάμι». Για πρώτη φορά στην εποχή του Νέρωνα ονομάστηκε saccharum και ο Διοσκουρίδης την περιγράφει σαν
ένα είδος σκληρού που ονομάζεται saccharum και βρίσκεται μέσα σε καλάμια στην
Ινδία. Έχει σύσταση όμοια με το αλάτι και θρυμματίζεται ανάμεσα στα δόντια.
Η σχολή Ιατρικής και Φαρμακολογίας του
Πανεπιστημίου Djondisapour της
Περσικής Αυτοκρατορίας είχε βρεί, γύρω στα 600 μ.Χ, μία μέθοδο επεξεργασίας του
χυμού του ζαχαροκάλαμου σε ένα σκληρό προϊόν που μπορούσε να διατηρηθεί χωρίς
να υποστεί ζύμωση. Μεγάλη εξαγωγή από το «πέτρινο μέλι» έγινε από την Bokhara στην Κίνα. Ήταν αρκετά ακριβό και
χρησίμευε ως φάρμακο.
Μετά την πτώση της Περσικής
Αυτοκρατορίας, το Ισλάμ επεκτάθηκε από την ανατολική άκρη του Κασμίρ στην
Ισπανία και οι στρατιές των Αράβων διέδωσαν το ζαχαροκάλαμο στις χώρες της
Δύσης. Με την ανακάλυψη του Νέου Κόσμου και τα θερμότερα κλίματα, οι φυτείες
του ζαχαροκάλαμου ήταν η πρώτη δικαιολογία για το δουλεμπόριο. Επιπλέον οι
Πορτογάλοι μετέφεραν τους καταδίκους των φυλακών τους στην Βραζιλία για να
δουλέψουν στις φυτείες του ζαχαροκάλαμου.
Οι Ολλανδοί κατασκεύασαν εργοστάσιο
επεξεργασίας ζάχαρης στην Αμβέρσα, για την ακατέργαστη ζάχαρη που έπαιρναν από
τα νησιά των Καναρίων, από τη Βραζιλία και ακόμα από την Ισπανία και την
Πορτογαλία. Από εκεί γινόταν εξαγωγή ζάχαρης στις χώρες της Βαλτικής, στη
Γερμανία και στην Αγγλία. Από τους φόρους στο εμπόριο της ζάχαρης, ο βασιλιάς
της Ισπανίας Κάρολος ο 5ος έχτισε τα παλάτια της Μαδρίτης και του
Τολέδο.
Τα κομμάτια της σκληρής αυτής ζάχαρης
ονομάστηκαν στα Αγγλικά «candy»
από την σανσκριτική λέξη «Khanda»
που σημαίνει μπουκιά ή κομματάκι. Ο John Hawkins ήταν ο πρώτος άγγλος δουλέμπορος και
αναγορεύτηκε ιππότης το 1566 και είχε στο θυρεό του έναν αλυσοδεμένο Αφρικανό.
Στα μέσα του 16ου αιώνα η βασίλισσα της Αγγλίας Ελισάβετ καθιέρωσε
επισήμως το δουλεμπόριο, και δημιούργησε κρατικό μονοπώλιο του δουλεμπορίου από
τη Δυτική Αφρική. Οι Άγγλοι με την προσάρτηση των δυτικών Ινδιών, εξάπλωσαν και
εκεί τις φυτείες του ζαχαροκάλαμου και με την επεξεργασία του χυμού του
έφτιαξαν το ρούμι. Με ρούμι αξίας μίας πένας, μπορούσε κανείς να αγοράσει
πολύτιμα γουναρικά από τους Ινδιάνου κυνηγούς της Β. Αμερικής και να τα
πουλήσει για μία ολόκληρη περιουσία στην Ευρώπη.
Η εκμετάλλευση της ζάχαρης και της
μελάσας έγινε αγγλικό μονοπώλιο και ο νόμος του 1733 για τη μελάσα επέβαλε
μεγάλο φόρο στη ζάχαρη ή στη μελάσα που προερχόταν από οποιαδήποτε άλλη χώρα
εκτός από τα βρετανικά νησιά της Καραϊβικής. Έτσι η λέξη ζάχαρη έγινε συνώνυμη
με το χρήμα. Τεράστιες περιουσίες δημιουργήθηκαν από τη ζάχαρη, το ρούμι και το
δουλεμπόριο!
Γύρω στο 1700 η επεξεργασία της
ζάχαρης έγινε μεγάλη βιομηχανία στην Γαλλία. Αργότερα όταν το βρετανικό
εμπάργκο απέκλεισε τις προμήθειες ακατέργαστης ζάχαρης, οι Γάλλοι αναγκάστηκαν
να στραφούν σε άλλες πρώτες ύλες. Ο Ναπολέων απένειμε το παράσημο της Λεγεώνος
στον Benjamin Delessert για
την ίδρυση εργοστασίου εξαγωγής της ζάχαρης από τα τεύτλα. Άρχισαν έτσι μεγάλες
καλλιέργειες τεύτλων και μέσα σε ένα χρόνο η παραγωγή ζάχαρης της Γαλλίας
έφτασε περίπου τα 3,5 εκατομμύρια κιλά.
Πηγή : Ευάγγελος Σ. Κανελλάκης – Dr Βιοχημείας,
καθηγητής Φαρμακολογίας Πανεπιστημίου Yale (USA) από το
βιβλίο του «Υγεία και Μακροζωία – Βασικοί κανόνες υγιεινής και διαβίωσης»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου