Υπαρκτός ο κίνδυνος για πολλές ποικιλίες και το μέλλον τους


Αλεξανδρής Πέτρος - http://www.agronews.gr

Για τον κίνδυνο να μπουν στην «παρανομία» πολλές εμπορεύσιμες παραδοσιακές ποικιλίες φυτών, όπως τα βερίκοκα Μπεμπέκου και Διαμαντοπούλου ή η «αναβιωμένη» ποικιλία Ζέας (δίκοκκο σιτάρι), προειδοποιούν οργανώσεις από την Ελλάδα και την Ευρώπη.

Στην εκδήλωση που οργάνωσε στις 21 Ιανουαρίου το Δίκτυο «Αιγίλοπας» και το «Πελίτι» με τη συμμετοχή της αυστριακής οργάνωσης «Κιβωτός του Νώε» και των ελληνικών δικτύων «Οικοκοινότητα» και «Δρυάδες», δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη διατήρηση της βιοποικιλότητας μέσω της προστασίας και της αναπαραγωγής των παλιών παραδοσιακών ποικιλιών, ενώ τονίστηκε το δικαίωμα των παραγωγών να καλλιεργούν και να ανταλλάζουν ελεύθερα τους σπόρους.


Η προσπάθεια αυτών των οργανώσεων σε διεθνές επίπεδο, σύμφωνα με την εκπρόσωπο του «Πελίτι», Βάσω Κανελλοπούλου, κινδυνεύει από το Σχέδιο Οδηγίας που έχει προτείνει από τον Νοέμβριο του 2012 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ζητά από όλες τις ποικιλίες να εγγράφονται σε έναν εθνικό κατάλογο, για τον οποίο υπάρχει ένα συγκεκριμένο κόστος εγγραφής και δοκιμής στο χωράφι.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, κ. Ζαγκίλη, που μίλησε στην εκδήλωση, το κόστος εγγραφής για τις παραδοσιακές ποικιλίες θα ανέρχεται στο 10% του κανονικού, μόλις υπογραφεί η σχετική ΚΥΑ, που βρίσκεται στο στάδιο σύνταξης. Το θέμα είναι ότι ο ευρωπαϊκός κανονισμός που ετοιμάζεται αυτή την περίοδο και αναμένεται να ψηφιστεί τον Μάρτιο, θα περιλαμβάνει γεωγραφικούς περιορισμούς για τις παλιές ποικιλίες, για παράδειγμα αχλαδιές Κοντούλες θα μπορούν να καλλιεργούνται μόνο στην Κόρινθο, καθώς και άλλους περιορισμούς σε ποσότητες σπόρων και στη διακίνησή τους.
Μεγάλη σημασία έχει η Τράπεζα Γενετικού Υλικού που βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη με χιλιάδες ποικιλίες και είδη στα ψυγεία, που όμως είναι υποστελεχωμένη και υποχρηματοδοτούμενη. Τα προβλήματα τα γνωρίζει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Θανάσης Τσαυτάρης, που είναι καθηγητής Γενετικής στη Θεσσαλονίκη και, όπως λένε όσοι έχουν ασχοληθεί με το ελληνικό πολλαπλασιαστικό υλικό, δεν είναι δύσκολο να βρεθούν χρήματα μέσω του FAO και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μάλιστα, η ερευνήτρια, Σοφία Σπύρου, μιλώντας στην εκδήλωση είπε ότι εάν αυτά τα είδη και οι ποικιλίες δεν καλλιεργηθούν και δεν αναπαραχθούν στο χωράφι, θα χάσουν την ανθεκτικότητα και την ποιότητά τους.
Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται να βρεθεί ένας διατηρητής (για παράδειγμα το υπουργείο ή το ΕΘΙΑΓΕ) και ένας αγρότης, ώστε με μία απλή διαδικασία και χωρίς υψηλό κόστος να εγγράψουν στους καταλόγους τις παλιές παραδοσιακές ποικιλίες, πριν το απαγορεύσει ο νέος κανονισμός που ετοιμάζεται στις Βρυξέλλες.
Η κυρία Κανελλοπούλου είπε, πάντως, ότι τα τελευταία 50 χρόνια έχουν αποδειχθεί καταστροφικά για τη βιοποικιλότητα στη χώρα μας, καθώς μόνο το 1% των ντόπιων ποικιλιών σίτου και το 2-3% των ντόπιων ποικιλιών λαχανικών συνεχίζουν να καλλιεργούνται μέχρι σήμερα. Την ίδια στιγμή η ζήτηση από τους καταναλωτές αυξάνεται και δημιουργεί μία νέα αγορά με μικρό μερίδιο και καλές προοπτικές, όπως για το σιτάρι «Ζέας».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου