Από εξαγωγές προέρχεται το 23% του τζίρου στη βιομηχανία τροφίμων


Με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 20% «τρέχουν» την τελευταία τριετία οι ελληνικές εξαγωγές τροφίμων, καθώς ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις αναζητούν διέξοδο στις ξένες αγορές. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ), ο τζίρος από τις εξαγωγές τροφίμων υπερβαίνει ετησίως τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ, αντιστοιχώντας στο 23% του συνολικού τζίρου που πραγματοποιούν οι ελληνικές βιομηχανίες τροφίμων.

Το ποσοστό αυτό εκτιμάται ότι θα αυξηθεί περαιτέρω, καθώς η δραστηριοποίηση στις ξένες αγορές μοιάζει με μονόδρομο για τη βιωσιμότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, οι οποίες μετρούν απώλειες στην εγχώρια αγορά. Οι νέες αγορές στις οποίες ανοίγονται προοπτικές για τα ελληνικά τρόφιμα είναι κυρίως της Μέσης Ανατολής και της Ρωσίας και όχι τόσο τα Βαλκάνια που αποτελούσαν την αγορά-στόχο για τα ελληνικά προϊόντα τις δύο προηγούμενες δεκαετίες.



Σε ορισμένες κατηγορίες τροφίμων η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγαλύτερων εξαγωγέων στον κόσμο. Αποτελεί για παράδειγμα τη Νο1 χώρα παγκοσμίως στην εξαγωγή κομπόστας ροδάκινου, αποτελεί τον μεγαλύτερο εξαγωγέα σε τσιπούρα και λαβράκι, ενώ σημαντικά μερίδια διεκδικούν πλέον στις ξένες αγορές το ελληνικό γιαούρτι, η φέτα, μπίρες, αναψυκτικά, αλλά και ορισμένα προϊόντα ντελικατέσεν.

Πλέον πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα αναζήτησης διεξόδου στις εκτός Ελλάδος αγορές αποτελεί η γαλακτοβιομηχανία Κρι-Κρι. Η εταιρεία, η οποία είχε ήδη εξαγωγική δραστηριότητα σε πάνω από δέκα χώρες με το 21% του τζίρου της να προέρχεται από τις πωλήσεις στο εξωτερικό, ετοιμάζεται να ταξιδέψει στη Γηραιά Αλβιώνα.

Η Κρι-Κρι έχει συνάψει συμφωνία με μια από τις μεγαλύτερες βρετανικές αλυσίδες σούπερ μάρκετ, την Tesco, για την τοποθέτηση στα ράφια της των ελληνικών γιαουρτιών, συμφωνία η οποία θα τεθεί σε εφαρμογή εντός του α΄ τριμήνου του 2013. Η αγορά του λεγόμενου ελληνικού γιαουρτιού στην Αγγλία υπολογίζεται σε 80 εκατ. ευρώ και σε αυτήν βρίσκεται ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 η ΦΑΓΕ.

Στα ράφια της Tesco βρίσκεται εδώ και μερικούς μήνες ένα άλλο, πολύ διαφορετικό προϊόν, το οποίο αν και ανήκει σε εταιρεία ξένων συμφερόντων, παράγεται στην Ελλάδα. Πρόκειται για την μπίρα «Μύθος» της Μύθος Ζυθοποιία (εταιρεία του ομίλου Carlsberg). Η Μύθος Ζυθοποιία εξάγει τα προϊόντα της σε 40 χώρες, οι εξαγωγές πλέον «τρέχουν» με διψήφιο ρυθμό ανάπτυξης και έχουν φτάσει να αντιστοιχούν στο 15% του συνολικού τζίρου της.

Οι «πρωταθλητές» των εξαγωγών είναι βεβαίως οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των ιχθυοκαλλιεργειών. Σύμφωνα με τα τελευταία οικονομικά αποτελέσματα της Νηρέας, μιας εκ των τριών μεγαλύτερων εταιρειών του κλάδου στην Ελλάδα, οι πωλήσεις της συνολικά το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2012 ανήλθαν σε 155,8 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 121,8 εκατ. ευρώ είναι εξαγωγές, ποσοστό δηλαδή που πλησιάζει το 80%.


Εξαγωγές σε 35 χώρες και στις πέντε ηπείρους πραγματοποιεί η Chipita, η οποία βεβαίως διατηρεί εργοστάσια όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε πέντε ακόμη χώρες, ενώ ετοιμάζεται να ανοίξει ακόμη δύο παραγωγικές μονάδες, στην Ινδία και την Τουρκία. Το παράδειγμα της Chipita ετοιμάζεται να ακολουθήσει η άλλοτε συγγενής εταιρεία, η Vivartia, καθώς από τον Ιανουάριο του 2013 ξεκινούν οι εξαγωγές προϊόντων του ομίλου σε 14 χώρες της Μέσης Ανατολής και της βόρειας Αφρικής.

Εκτός από τους μεγάλους, δεν λείπουν και οι μικρότερου μεγέθους εταιρείες οι οποίες παράγουν ποιοτικά προϊόντα και έχουν καταφέρει να τα τοποθετήσουν στα ράφια ξένων αλυσίδων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Gaea, με τις εξαγωγές της να αποτελούν περίπου το 80% του συνολικού τζίρου της, ή το Τυροκομείο Αρβανίτη, με τις εξαγωγές των τυροκομικών να αντιστοιχούν στο 25% του τζίρου.

Ο κατάλογος των ελληνικών εταιρειών τροφίμων, μικρών και μεγάλων, που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό είναι ευτυχώς μακρύς. Εάν, μάλιστα, το υπουργείο Ανάπτυξης προχωρήσει με ταχείς ρυθμούς στις ενέργειες εκείνες που θα διευκολύνουν την εξαγωγική δραστηριότητα, τότε αναμένεται και άλλες ελληνικές επιχειρήσεις να διεκδικήσουν σημαντική θέση στον παγκόσμιο εμπορικό χάρτη.

Mεταποίηση
Πολύ μεγαλύτερα από τα υφιστάμενα θα μπορούσε να είναι τα οφέλη της ελληνικής οικονομίας, εάν είχε αναπτυχθεί επαρκώς η μεταποίηση και τυποποίηση αγροτικών προϊόντων. Η Ελλάδα είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός ελαιολάδου στον κόσμο, όμως χάνει σημαντικά από την υπεραξία της μεταποίησης, καθώς το 60% της παραγωγής εξάγεται χύδην στην Ιταλία.

Αλλο παράδειγμα αποτελούν τα αλιεύματα ιχθυοκαλλιεργειών. Το 95% της παραγωγής λαβρακίου και τσιπούρας εξάγεται χωρίς να έχει υποστεί επεξεργασία, έτσι ώστε να είναι προϊόν έτοιμο για το ράφι του σούπερ μάρκετ. Σύμφωνα με μελέτης της McKinsey, οι επενδύσεις στη μεταποίηση-τυποποίηση των αλιευμάτων σε συνδυασμό με άλλες ενέργειες θα μπορούσαν να αυξήσουν τις ελληνικές εξαγωγές κατά 184% σε ορίζοντα δεκαετίας.

Ένα άρθρο της Δήμητρας Μανιφάβα - http://news.kathimerini.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου